Τρίτη 26 Ιουνίου 2018


5ο εξώφυλλο δίσκου
Neil Young, Time Fades  Away, πρώτη κυκλοφορία 1973.

Κάπου προς το τέλος της δεκαετίας του ’70 (Α’ Μέρος)

Η επιστροφή στην Αθήνα τον Αύγουστο, οι πρώτες μέρες του Σεπτέμβρη, οι αιφνίδιες απογευματινές νεροποντές που ξεδιψούν την άσφαλτο έχουν εγγράψει στην μνήμη μου τη σπάνια μυρωδιά της πρωτεύουσας των ετών εκείνων, της σκόνης που κατακάθεται, της γης που δροσίζεται και αναζωογονείται για να ξεκινήσει ένας νέος κύκλος, ίσως ως ενδεχομενική πραγμάτωση των ονείρων της θερινής νυκτός. Παρά τη θλιβερή ημερομηνία εκκίνησης της  σχολικής χρονιάς, ο Σεπτέμβρης έχει τις δικές του σταθερές: ο εκάστοτε πρωθυπουργός στη διεθνή έκθεση Θεσσαλονίκης σαλπίζει το νέο πολιτικό έτος, το φεστιβάλ της ΚΝΕ (το φεστιβάλ θα γίνει στο Περιστέρι, περί συνθήματος πρόκειται, μην μπερδεύεστε), τα πρώτα διεθνή ποδοσφαιρικά ματς για το πρωταθλητριών και το κύπελλο Ουέφα.

Ένα τέτοιο χειμώνα, η Αμαλία βρίσκεται στο Λονδίνο, η μητέρα μας η Κλεοπάτρα αποφασίζει να την συνδράμει για δύο ολόκληρους μήνες – μόνος στο σπίτι. Δεν θυμάμαι πόσες φορές πήγα στο σχολείο, ως καλός μικρός πλαστογράφος υπέγραφα καλύτερα από εκείνη τα δικαιολογητικά που αποστέλλονταν ανελλιπώς, θυμάμαι όμως ότι πήγαινα στο φροντιστήριο για να μην χάσω το ραντεβού μου με τη Σοφία. Το φροντιστήριο επί της Ζωοδόχου Πηγής, στην πολυκατοικία που διατηρούσε το δικηγορικού του γραφείο ο πατέρας του Στασινού, όπως έμαθα εκ των υστέρων.  Αριστερά στην είσοδο οι εκδόσεις Καστανιώτη και αμέσως μετά, πριν την Κιάφας, ένα καφενεδάκι. Τόπος συνάντησης του Άγι Στίνα και των γηραιών φίλων του. Ένα απόγευμα βρίσκω τη Σοφία με την φίλη της Λουκία (σκηνοθέτιδα που έφυγε νεότατη από τη ζωή) και έναν περίπου 30άρη+ στην παρέα. Τα κορίτσια φεύγουν και μένω να πίνουμε ούζα με τον Γιώργο Κάτο, εκ Θεσσαλονίκης, εκδότη τότε στη δεύτερη ζωή του περιοδικού Τραμ και της εκδοτικής σειράς Τα Τραμάκια.

Ο Κάτος έχει όρεξη να αφηγηθεί τη ζωή του, τα χρόνια της μετανάστευσης στην Ευρώπη, τα μεροκάματά του σε λαχαναγορές, τη mala vita που γνώριζε και τις γυναίκες, πολλές γυναίκες, ίσως μια ζωή μόνο για τις γυναίκες. Επίδοξος ποιητής κι εγώ του δείχνω ένα από τα πρώτα μου στην τελευταία σελίδα των σημειώσεων της Φυσικής, με ενθαρρύνει να συνεχίσω να γράφω αφού πρώτα διαβάσω ποίηση πραγματική, πράγμα που δεν θα κάνω  ποτέ στη ζωή μου, προσώρας. Πάμε από το ξενοδοχείο Ακάδημος (το αγαπημένο ξενοδοχείο της οικογένειάς μας όταν «ανέβαινε» από την Κρήτη) γιατί θέλει να μου δείξει ένα ποίημα του Ρίτσου, χειρόγραφο, που μόλις είχε παραλάβει για να το δημοσιεύσει στο επόμενο τεύχος του περιοδικού. Η ώρα έχει περάσει, είναι σχεδόν μεσάνυχτα και με ρωτάει αν θέλω να πάμε κάπου κι αν θα τρομάξω από το μέρος. Από την Ακαδημίας και  Ιπποκράτους  στο Σύνταγμα, δίπλα στα παλιά γραφεία της Ολυμπιακής, μια είσοδος, σκαλιά πολλά προς το υπόγειο, η επιγραφή Καμπαρέ Κόρονετ. Στο βάθος της κλίμακας προς το υπόγειο ένας κύριος με κουστούμι και γραβάτα τον καλωσορίζει όπως ένα παλιό γνώριμο, με το μικρό του όνομα, και την ουλή βαθειά στο μάγουλο να διακρίνεται στο μαυροκόκκινο ημίφως. Καθόμαστε στο μπαρ, παραγγέλνει το πρώτο Alexander και για τους δυό μας.

Η κοπέλα που σερβίρει μας μιλά στα Γαλλικά, γαλλίδα από το Μπουρνάζι μου ψιθυρίζει στο αυτί. Είναι πανέμορφη, στο τρίτο Alexander την έχω ερωτευθεί και είμαι πρόθυμος να τη σώσω από τη δύσκολη ζωή που κάνει. Το πρώτο show αναστατώνει το μικρό μου σύμπαν. Ένας φρουρός του επαναστατικού Κόκκινου Στρατού επί σκηνής με το καζατζόκ μουσική υπόκρουση. Ξάφνου ένας προβολέας ανάβει, μια ρωσίδα αριστοκράτισσα στις γούνες πάνω σε ένα έλκηθρο δείχνει να φοβάται τον κοκκινοφρουρό που την απειλεί με την ξιφολόγχη του. Αίφνης αρχίζει να μεταστρέφεται. Δείχνει πιο φιλική, τον περιεργάζεται, αποτολμά κάποια μικρά χάδια, σιγά-σιγά οι ακκισμοί πληθαίνουν, η μουσική γίνεται αισθησιακή, η μικρή αριστοκράτισσα των Ρομανώφ αρχίζει να λικνίζεται και η γούνα να υποχωρεί από τους ώμους της, τα στήθη πρώτα και στη συνέχεια ένα λευκό εσώρουχο αποκαλύπτονται. Στο κέντρο του λευκού εσώρουχου ένα κόκκινο σφυροδρέπανο προστίθεται στις ανησυχίες του μικρού κνίτη.

Ο λογαριασμός πολλές χιλιάδες, μιας και η Γαλλίδα από το Μπουρνάζι αποδείχθηκε εξαιρετική γνώστης της ελληνικής και μάλλον διψασμένη τη βραδιά που αρνήθηκε να μας ακολουθήσει μετά το τέλος του προγράμματος. Ο Γιώργος θα τα κανονίσει με τον χαρακωμένο στο πρόσωπο και η πλατεία Συντάγματος  θα μας καλημερίσει  έρημη στο φως του ξημερώματος. 

Τον Γιώργο, παρά την πρόσκληση να τον επισκεφθώ στη Θεσσαλονίκη, δεν θα τον ξανασυναντήσω. Ακόμη όμως έχω στη βιβλιοθήκη μου το βιβλίο του Η Βασιλεία των Κατσαρίδων για να τον θυμάμαι όταν το βλέμμα μου περιηγείται στα βιβλία προς αναζήτηση αναγνωστικών επαναλήψεων.

Εκείνη τη χρονιά είχα λιώσει τον δίσκο του Neil Young, Time Fades Away. Αφιερωμένο το τελευταίο κομμάτι του δίσκου: Last Dance.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου