Πέμπτη 24 Ιουλίου 2014

Για την κοινωνική δυναμική της κληρονομιάς

Με τη σκέψη στον Ό., και τις πρόσφατες περιπέτειες που ζει, ένα απόσπασμα από τους Κανόνες της Tέχνης του Pierre Bourdie που άλλωστε με αφορά, όπως όλους, ως κληρονόμο:

"[...] υπάρχουν και οι κληρονόμοι [...] που [...] αρνούνται, αν όχι να κληρονομήσουν, τουλάχιστον να κληρονομηθούν από την κληρονομιά τους [...] Η τάση της κληρονομιάς (και εξ αυτού ολόκληρης της κοινωνικής δομής) να εμμείνει στο είναι της δεν μπορεί να πραγματωθεί παρά μόνο αν το κληροδότημα κληρονομήσει τον κληρονόμο, αν, με τη μεσολάβηση κυρίως εκείνων που αναλαμβάνουν προσωρινά αυτή την ευθύνη και που πρέπει να εξασφαλίσουν τη διαδοχή τους, ο νεκρός (δηλαδή η περιουσία) γίνει κύριος του ζωντανού (δηλαδή ενός ιδιοκτήτη διατεθειμένου και ικανού να κληρονομήσει)".

Στο παραπάνω απόσπασμα με ενδιαφέρει η κληρονομιά του συμβολικού κεφάλαιου: η πίεση να κληρονομηθείς από αυτό, να εξομοιωθείς με τον (προ)κάτοχό του, δίχως να μπορέσεις να κρατήσεις αποστάσεις, δίχως τη δυνατότητα να διαπραγματευτείς, η επιταγή να καταστείς ομοίωμα και προϊόν μιας σχεδόν αβίαστης, μα τόσο βίαιης, αναπαραγωγής και η δυνητική  άρνηση που εφόσον τελικά επιλεγεί, ουσιαστικά δεν σε αποκόπτει σχεδόν ποτέ από την κληρονομιά, γιατί αυτή παραμένει εκεί, χλευάζοντας την ψευδεπίγραφη ελευθερία: φαινομενικά να έχεις αρνηθεί αυτό που διαρκώς μετουσιώνεις και μεταθέτεις.

Για να παρ(μεθ)ερμηνεύσω το συγγραφέα σε άλλη του αναφορά στο ίδιο κείμενο για τον έρωτα, η προθυμία να καταστείς κληρονόμος ίσως καλλιεργείται μέσα από την εκμάθηση ενός ερωτικού βιώματος, μιας ιδιωτικής λατρείας που έχει κοινωνικά κατασκευαστεί και απευθύνεται προς το φορέα του συμβολικού κεφάλαιου που πραγμοποιείται, αντικειμενικοποιείται, καλώντας το υποκείμενο-κληρονόμο "στην αφομοίωση του αντικειμένου και την καταβύθιση του υποκειμένου στο αντικείμενο".

Μιας και το 'φερε η κουβέντα στο επίδικο, γράφει: "Ο έρωτας για την τέχνη, όπως και ο έρωτας, ακόμα και κυρίως ο πιο παράφορος, θεμελιώνεται στο αντικείμενό του. Για να πεισθούμε ότι έχουμε λόγο (ή λόγους) να αγαπάμε, καταφεύγουμε συχνά σ' αυτόν τον απολογητικό λόγο που ο πιστός απευθύνει στον ίδιο του τον εαυτό και ο οποίος, αν έχει ως αποτέλεσμα να ενδυναμώνει την πίστη του, μπορεί επίσης να αφυπνίζει και να καλεί και τους άλλους στην πίστη".

Μιας και πολυλογώ, στην προμετωπίδα του πρώτου κεφαλαίου παραθέτει από τον Φλωμπέρ τη φράση: Δεν γράφουμε αυτό που θέλουμε. Δεν ξέρω αν, και πότε, ισχύει, είμαι όμως σίγουρος ότι καμμιά φορά είναι στις "παρηχήσεις" που προκύπτουν αθέλητα (κάτι σαν νοητικά lapsus)  που μπορούμε να βρούμε τη συμπερίληψη πραγμάτων, καταστάσεων, προσώπων, τα οποία δεν θέλουμε ή αρνούμαστε, συνειδητά ή ασυνείδητα, ρητά να εμφανίσουμε στο προσκήνιο, την ίδια στιγμή απομακρύνοντάς τα από το βάθος του μη κοινοποιήσιμου που κατοικεί στις πιο σκοτεινές, κρυφές γωνιές του παρασκήνιου:



Κυριακή 20 Ιουλίου 2014

Έχιδνα η κερασφόρος

Γράφει στην επιστολή του, με τον παραπάνω τίτλο, προς την Εφημερίδα των Συνατακτών, ο Σ.Α., κάτοικος Καλλιθέας (Πέμπτη 17 ιουλίου 2014, σελ. 43):

"Εκφράζω την απορία αλλά και την αγανάκτησή μου για το γεγονός ότι τον τόπο γέννησής μου, ένα χωριό της Αρκαδίας, τον Ραψομμάτη, έχουν πλημμυρίσει παντός είδους φίδια, ιδιαίτερα η έχιδνα η κερασφόρος, η οποία ήταν παντελώς άγνωστη στα μέρη μας μέχρι το 1992 όταν εντοπίστηκε για πρώτη φορά σε απομακρυμένο από το χωριό κτήμα. Από τότε το είδος αυτό πολλαπλασιάστηκε επικίνδυνα, είτε οι φίλοι μας οι οικολόγοι φρόντισαν γι' αυτό, όπως λένε οι μόνιμοι κάτοικοι του χωριού [...] Οι οικολόγοι ή κάποιοι αρμόδιοι, τέλος πάντων, έχουν να δώσουν μια κάποια εξήγηση για την παρουσία αυτού του φιδιού; (τα μη δηλητηριώδη δεν αρκούσαν για την επίτευξη του όποιου οικολογικού στόχου;)."

Μου το είχαν πει, φίλοι οικολόγοι, ότι ιδιαίτερα "κάτω από το αυλάκι" είναι διάχυτος ο μύθος για τους οικολόγους που σπέρνουν φίδια, καθώς έτσι κάνουν οι οικολόγοι: σπέρνουν φίδια και θερίζουν δηλητήρια, και δεν μπορούσα να το πιστέψω ότι όντως μπορεί να συμβαίνει κάτι τέτοιο στις μέρες μας (τη διάδοση ενός τέτοιου αγροτικού μύθου εννοώ). Αλλά γιατί όχι, πλάι στους αστικούς μύθους για τους μασόνους, τους Ρότσιλντ, τους Εβραίους, τους Δρακονιανούς, τους ΕΛ, τους νεφελίμ, ελοχίμ, τους εσωγήινους, τους εξωγήινους, την έρημο της ντάγκλαμακάν (εντελώς ντάγκλα) και την ανάποδη πυραμίδα, την μαύρη και την άσπρη αδελφότητα, τον γέροντα Παΐσιο, τα 600 δις του Σώρρας, τον Σόρρος, την αρχαία (πάντα ελληνική) τεχνολογία των υπερδιαστημικών ταξιδιών, ε ναι, έχουν και οι αγρότες τους δικούς τους σύγχρονους μύθους. Λιγότερο βέβαια ελκυστικούς από τους παλαιότερους για τα ξωτικά, τις μάγισσες, το διάβολο, τα διαβολάκια, τα ξόρκια, τα δεσίματα, το μάτιασμα και τις κατάρες. Ψάχνω κι εγώ για τους δικούς μου μύθους (μάλλον εξατομικευμένους και ατομοκεντρικούς) και προτιμώ να τους προσπεράσω αγνοώντας τους, θα μου κόστιζε πολύ η αναγνώρισή τους.